Ένα αφιέρωμα της ιστοσελίδας, για την 28η Οκτωβρίου 1940, περιλαμβάνει ένα άρθρο του συγχωριανού μας Νικόλαου Δ. Γιαννή «ΜΠΟΧΩΡΙΤΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ ΠΟΛΕΜΟΥ 1940» που φέρνει στο φως για πρώτη φορά, άγνωστα μέχρι στιγμής γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο χωριό μας .
Κάθε χρόνο ο εορτασμός της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου του 1940 μας ξυπνάει θλιβερές αναμνήσεις. Οι ήρωες του έπους του ’40, πολεμούσαν κάτω από τραγικές συνθήκες στα απρόσιτα βουνά της Πίνδου και χιλιάδες ήταν αυτοί που έπεσαν στο πεδίο της μάχης αφήνοντας πίσω ορφανές οικογενείας και σε πολλές περιπτώσεις έμεναν και άθαφτοι.
Στον πόλεμο του 1940, ασφαλώς και το Μποχώρι είχε ήρωες και αγωνιστές που έδωσαν το αίμα τους και την ζωή τους για τα ιδανικά της ελευθερίας της πατρίδας μας.
Είχε ήρωες που άφησαν χήρες κι ορφανά, είχε τραυματίες πολέμου και ανάπηρους.
Από τότε πέρασαν πολλά χρονιά κι ακόμη οι θυσίες των πρόγονων μας δεν έχουν αναγνωριστεί και τείνουν να ξεχαστούν…
Με την αφήγηση μου αυτή, θα φέρω στη μνήμη σας και στην καρδιά σας, πρόσωπα και γεγονότα που διαδραματίστηκαν στον σταθμό του τρένου στο Μποχώρι.
Επίσης θα σας αναφέρω κι τους μποχωρίτες που έχασαν την ζωή τους από Ιταλογερμανικά πυρά.
Η ανάμνηση των γεγονότων και των πρόσωπων είναι περισσότερο συγκινητική, διότι είναι ανθρώπινες στιγμές γνωστών ονομάτων, συγγενών και προγόνων δικών μας.
Στιγμές αγωνιάς, χαράς και λύπης.
Οι πρώτες ειδήσεις του πολέμου είχαν γίνει κιόλας γνωστές.
Οι ηρωικοί μας στρατιώτες πολεμούν στην πρώτη γραμμή δίνοντας την υπέρτατη μάχη στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου.
Ο άμαχος πληθυσμός που έχει μείνει στο Μποχώρι προσπαθεί για την επιβίωση του κι οι οικογένειες φοβούνται για τα παιδιά τους, μήπως η κακιά στιγμή τρυπώσει στο σπιτικό τους. Το μοναδικό μέσο επικοινωνίας με τα αγαπημένα τους πρόσωπα, ήταν το ταχυδρομείο οπού και το περίμεναν με μεγάλη αγωνία.
Το ταχυδρομείο έρχονταν με το πρωινό τρένο και ταχυδρόμος ήταν, ο Γεώργιος Μπερίτσης από το Περιθώρι .
Το τρένο σταματούσε για λίγα λεπτά, ο ταχυδρόμος έβγαινε στην πόρτα του βαγονιού και φώναζε τα ονόματα που είχαν γράμμα. Συνήθως τα γράμματα για να φτάσουν από το μέτωπο έκανα 6 έως 10 ημέρες, ανάλογα που ήταν η μονάδα.
Όμως κάθε μέρα στον σταθμό του τρένου μαζευόταν οι συγγενείς των στρατιωτών και περίμεναν τον ταχυδρόμο για να δουν εάν έχουν νέα ή να στείλουν αυτοί γράμματα ή ρούχα στα αγαπημένα τους πρόσωπα.
Όταν ο ταχυδρόμος φώναζε το όνομα τους και έπαιρναν το γράμμα ένα ρίγος διαπερνούσε το κορμί τους και μια σκέψη στο μυαλό κολλημένη.
Τι γράφει μέσα;
Ήταν τέλος Νοέμβριου 1940, στον σταθμό αρκετός κόσμος, περιμένοντας υπομονετικά το ταχυδρομείο. Το τρένο σταματάει στον σταθμό κι ο ταχυδρόμος μοιράζει τα γράμματα. Για μια στιγμή στον σταθμό επικρατεί αναταραχή και στην συνεχεία νεκρική σιγή…
Υπάρχει ένα γράμμα που μέσα έχει θρήνο…
Το κρατά ο μπάρμπα Γιάννης Ψεύτης και δάκρυα κυλάνε στο πρόσωπο του. Είναι από το αρχηγείο Στρατού, ο 26χρονος γιος του Γεώργιος οπού υπηρετούσε στο 42ο Σύνταγμα Ευζώνων, ".... έπεσε ηρωικά μαχόμενος υπέρ πατρίδος ....".
Όλοι οι Μποχωρίτες που ήταν στον σταθμό ένιωσαν πως έχασαν τον δικό τους άνθρωπο και δάκρυα κύλησαν σε όλα τα πρόσωπα.
Με βουρκωμένα μάτια ο μπάρμπα Γιάννης και με τον ξάδελφο του Αθανάσιο Ψεύτη στο πλευρό του, ξεκίνησε για το σπιτικό του να πει τα κακά μαντάτα στην γριά του και στον μικρό του γιο Αναστάσιο.
Την άλλη μέρα ο Αθανάσιος Ψεύτης με μεγάλη αγωνία περιμένει τον ταχυδρόμο για να δει εάν έχει νέα από τα τρία παλληκάρια του, που πολεμούν στο μέτωπο. Ακούγοντας το τρένο να σφυρίζει από μακριά πλησιάζει τον σταθμό , βλέποντας τον μικρό Δημήτρη Παπατσίρο, του πιάνει το χέρι και αναστενάζοντας του ψιθυρίζει…
"Δημητράκη, άραγε έμενα τι θα μου φέρει ο ταχυδρόμος;"
Ο Δημητράκης τον ρωτά αθώα "γιατί το λες αυτό μπάρμπα Θανάση;"
Και του άπαντα "ο Γιάννος ένα παιδί είχε στο πόλεμο και το έχασε, εγώ που έχω τρία θα τα ξαναδώ;"
Ένα άλλο περιστατικό διαδραματίστηκε τον Δεκέμβριο του 1940.
Η χήρα Βασίλενα Αλαφοδήμενα είχε τον 27χρονο γιο της Κώστα στο μέτωπο.
Ο Κώστας για να μην ανησυχεί τη χήρα μανά του, της έστελνε συχνά γράμματα, σχεδόν κάθε μέρα. Όμως μετά από κάποιο διάστημα το τρένο ερχόταν και έφευγε χωρίς να φέρνει νέα από τον Κώστα.
Κοντεύει ένας μηνάς κι η γερόντισσα μανά δεν έχει λάβει γράμμα ακόμη, όμως καθημερινά την βρίσκεις στον σταθμό να περιμένει με προσμονή. Ο ταχυδρόμος ερχόταν, τη χαιρετούσε καλοσυνάτα , αλλά νέα δεν της έφερνε και μόλις το τρένο έφευγε με σκυμμένο το κεφάλι και με ανάμικτα συναισθήματα ανηφόριζε για το σπιτικό της.
Από την μια αναστέναζε με ανακούφιση και από την άλλη περνούσαν από το μυαλό της κακές σκέψεις. Όσο δεν έπαιρνε νέα από το γιο της, τόσο και περισσότερο φοβόταν ότι θα πάρει κάποια μέρα έναν φάκελο με σφραγίδες και μέσα ο θρήνος...
Μετά από 40 ημέρες προσμονής και αγωνιάς και με την αίσθηση ότι ο Κώστας της είχε χαθεί, φτάνει το τρένο κι ο ταχυδρόμος βγαίνοντας στην πόρτα το πρώτο όνομα που φωνάζει είναι της θειάς Βασίλενας.
Με τρεμάμενα χέρια η γερόντισσα μανά παίρνει το γράμμα και το φιλεί, τα ματιά της βουρκώνουν και το βάζει στον κόρφο της να αγγίξει την καρδιά της.
Χαρά και τρόμος, τι θα γράφει μέσα, γεμάτη αγωνία το δίνει να το διαβάσουν και μαθαίνει ότι ο Κώστας της είναι καλά. Μόλις ακούει αυτό το χαρούμενο νέο, κάνει τον σταυρό της και δοξάζει την Παναγία που έχει καλά τον Κώστα της.
Ο λόγος που ο Κώστας δεν έστελνε γράμματα ήταν ότι ο λόχος του είχε αποκοπεί και είχε εγκλωβιστεί από ιταλικά στρατεύματα.
Όλοι οι Μποχωρίτες που ήταν στον σταθμό βούρκωσαν από δάκρυα χαράς και η θειά Βασίλενα κρατώντας σφικτά στον κόρφο της το γράμμα του γιου της και με δάκρυα χαράς ανηφορίζει για το σπιτικό της.
Πάρα πολλοί ήταν οι μποχωρίτες που βρεθήκαν στην πρώτη γραμμή του μετώπου και με απαράμιλλο σθένος στύλωσαν το ταπεινό τους κορμί απέναντι στον κατακτητή, αντίκρισαν κατάματα το θάνατο με περιφρόνηση και υπερασπιστήκαν την ελευθερία της Πατρίδας δίνοντας ακόμη και την ζωή τους.
Άγνωστοι ήρωες, μέσα στο πάνθεο των μεγάλων ηρώων του έθνους μας.
Όμως στο τέλος του Ελληνοϊταλικού πόλεμου (23 Απριλίου 1941), τρεις μποχωρίτες δεν γύρισαν πίσω στις οικογένειες τους.
Ήταν οι:
Λαναράς Ιωάννης του Βασιλείου. Γεννήθηκε στο Κρίκελλο Ευρυτανίας το 1912 και διέμενε μόνιμα στο Ευηνοχώρι . Υπηρετούσε στο 50ο ΣΠ πέθανε στο 1ο στρατιωτικό νοσοκομείο Ιωαννίνων στις 22 Μάρτιου 1941.
Ξηρός Φώτιος του Κων/νου. Γεννήθηκε στα Ξηρέικα Μεσολογγίου το 1911. Ήταν δάσκαλος στο Ευηνοχώρι, ήταν παντρεμένος με την Μαριγούλα Δασκαλάκη και όταν έφυγε για το μέτωπο είχε ένα αβάπτιστο νεογέννητο κοριτσάκι. Υπηρετούσε στο 39ο Σύνταγμα Ευζώνων. Έχασε την ζωή του στη μάχη της Βίγλας στις 16 Νοέμβριου 1940.
Ψεύτης Γεώργιος του Ιωάννη. Γεννήθηκε στο Κρίκελλο Ευρυτανίας το 1914 και διέμενε μόνιμα στο Ευηνοχώρι . Υπηρετούσε στο 42ο Σύνταγμα Ευζώνων. Έχασε την ζωή του στη μάχη της Κακαβιάς στις 26 Νοέμβριου 1940.
Τον Απρίλιο του 1941 έχουμε την εισβολή των Γερμανών και σε ακριβώς είκοσι τέσσερις μέρες η Ελλάδα είναι υπό γερμανική κατοχή.
Η αδούλωτη μποχωρίτικη ψυχή της γενιάς του '40, ανασυντάσσετε και αρκετοί μποχωρίτες μπήκαν στις τάξεις του ΕΛΑΣ (Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός). Συμμετέχουν σε πολλά σαμποτάζ και σε ένα από αυτά, δυο μποχωρίτες χάνουν την ζωή τους.
Στις 9.4.1944 η αμαξοστοιχία που μετέφερε πολεμικό υλικό, καύσιμα και συνοδεύονταν από Γερμανούς στρατιώτες, κινούμενη από το Κρυονέρι με κατεύθυνση προς Αγρίνιο και ενώ βρισκόταν μεταξύ των χωριών Σταμνάς και Αγγελοκάστρου, έπεσε σε ενέδρα ανταρτών του Ε.Λ.Α.Σ. οι οποίοι την ανατίναξαν και την κατέστρεψαν ολοσχερώς.
Στο σαμποτάζ συμμετείχαν οι δυο Έφεδροελασίτες συγχωριανοί μας, Βασίλειος Κρανιώτης και Μάρκος Γ. Μάρκου, οι οποίοι και έχασαν την ζωή τους.
Επίσης και αρκετά τότε μικρά παιδιά του χωριού μας συμμετέχουν στην ΕΠΟΝ (Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νεολαίας).
Ένα ντοκουμέντο που έχει διασωθεί στο Ευηνοχώρι από την περίοδο της Αντίστασης είναι ένα σύνθημα στην πέτρινη κολόνα στο σπίτι του ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΣΑΚΑΝΙΚΑ στην πλατεία. (έτος κατασκευής 1936 και σήμερα είναι καφενείο)
ΖΗΤΩ Ο ΕΛΑΣ (ΕΠΟΝ)
Αν και έχουν περάσει πάνω από 65 χρόνια τα γράμματα είναι εμφανή.
Όμως στο Μποχώρι, από Ιταλογερμανικά πυρά έπεσαν νεκροί και δυο άμαχοι.
Ο Τσιμέλας Άγγελος. Ο πρώτος άμαχος μποχωρίτης που έπεσε νεκρός από Ιταλογερμανικά πυρά. Ο Άγγελος Τσιμέλας ήταν παντρεμένος με την Μάρω Γιαννή και είχε δυο παιδιά την Βασιλική και τον Τάκη.
Μια μέρα του 1943 οι γερμανοί περικύκλωσαν το χωριό μας και έψαχναν για αντάρτες. Προκλήθηκε πανικός, ο Άγγελος άρχισε να τρέχει στον λόφο του Αϊ-Γιάννη και οι Γερμανοί που ήταν στην περιοχή ΚΑΝΑΒA τον είδαν και του έριξαν ριπή με το πολυβόλο οπού τον τραυμάτισαν θανάσιμα.
Σε λίγα λεπτά οι Γερμανοί ανηφορίζουν προς τον Αϊ-Γιάννη, περνούν μπροστά από το σπίτι του Αγγέλου και φτάνουν στο σημείο ( εκεί που σήμερα είναι το σπίτι το Ανδρέα Μιχαλόπουλου). Μαζί τους έφτασαν ο αδελφός του, Κώστας Τσιμέλας κι ο Νικόλαος Γιαννής (κουνιάδος του Άγγελου), ο Άγγελος κείτεται αναίσθητος κι αιμόφυρτος στο χώμα, ο διερμηνέας τους ρωτά εάν τον γνωρίζουν και γιατί έτρεχε.
Όταν διαπιστώθηκε ότι δεν είναι αντάρτης κι έτρεχε διότι ήταν σε κατάσταση πανικού, τον μετέφεραν με ένα γερμανικό αυτοκίνητο στο νοσοκομείο του Μεσολογγίου, αλλά τελικά ο Άγγελος δεν επέζησε.
Ο Λαναράς Νικόλαος (Μαχός). Ο δεύτερος νεκρός άμαχος μποχωρίτης. Ο μπάρμπα Νίκος ήταν παντρεμένος με την Φώτο και είχε ένα παιδί τον Κώστα (Μαχό). Μια μέρα ο μπάρμπα Νίκος μαζί με την γυναίκα του, είχαν πάει στα Κατσαβέϊκα (περιοχή λίγο πιο πάνω από την αρχαία Καλυδώνα). Κάποια στιγμή βλέπουν να τους πλησιάζει μια ιταλική περίπολος. Ο μπάρμπα Νίκος μαζί με την θειά Φώτο, τρέχουν να κρυφτούν σε μια ρεματιά. Βλέποντας τους οι ιταλοί και νομίζοντας ότι είναι αντάρτης τον τουφέκισαν (η περιοχή εκείνη ήταν πέρασμα ανταρτών). Οι ιταλοί στην συνεχεία έφυγαν αφήνοντας εκεί την θειά Φώτο να κρατάει σφιχτά στα χεριά της το άψυχο σώμα του μπάρμπα Νίκου.
Η θειά Φώτο, με όση δύναμη της είχε απομείνει σωματική και ψυχική, παίρνει στους ώμους της το άψυχο σώμα του άντρα της και το πάει στο σπιτικό της, προκειμένου ο μπάρμπα Νίκος να ταφεί κανονικά.
Η έρευνα και η αναφορά μου στους τοπικούς μας ήρωες, γίνετε για τους προβάλω και αποτελεί υποχρέωση ως απότιση ελαχίστου φόρου τιμής και αιώνιας ευγνωμοσύνης όλων μας.
Τους το οφείλουμε, τους το χρωστάμε εδώ και τόσα πολλά χρόνια.
Ως ελάχιστο φόρο τιμής σε όλους εσάς που πολεμήσατε για την λευτεριά μας, στεκόμαστε μπροστά σας με σεβασμό, σε στάση προσοχής.
Ως ελάχιστο φόρο τιμής σε όλους εσάς που δώσατε την ζωή σας και ποτίσατε με το αίμα σας την λευτεριά μας, η θυσία σας δεν θα ξεχαστεί, θα μείνει αιώνια στη μνήμη μας μνημονεύοντας τα ονόματα σας στους εορτασμούς της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου του 1940. ΑΘΑΝΑΤΟΙ.
Τελειώνοντας, οφείλω να ευχαριστήσω θερμά δυο συγχωριανούς μας που μου αφηγήθηκαν, σημαντικές στιγμές της ζωής τους:
Τον αγαπητό Δημήτριο Παπατσίρο, που μου αφηγήθηκε τις μαρτυρίες και τα γεγονότα στον σταθμό του τρένου, οπού τότε ήταν 12 ετών και περίμενε γράμμα από τον 25χρονο αδελφό του, Βασίλειο που πολεμούσε στο μέτωπο.
Την Βασιλική Τσιμέλα που μου αφηγήθηκε τις μαρτυρίες για τους δυο άμαχους νεκρούς μποχωρίτες, οπού τότε ήταν 5 ετών και έχουν μείνει για πάντα βαθιά χαραγμένες στην μνήμη της, διότι ο ένας ήταν ο πατέρας της.
Επίσης στο βιβλίο "Παραλειπόμενα απο την δεκαετία 1940-1949 - Συμπληρώσεις διορθώσεις" του Νικολάου Γ. Ζιάγκου - 1990 εκδόσεις ΣΟΚΟΛΗ σελ. 233 αναφέρεται οτι στην Κεφαλλονιά στις 28 Απριλίου 1949 σκοτώθηκε ο Θεόδωρος Παραμυθιώτης απο το Ευηνοχώρι.
Σημείωση:
Α) Μέσα από αυτή την αφήγηση μου, σας παρουσίασα όσα αυθεντικά στοιχεία μπόρεσα να βρω κι η προσπάθεια μου για την συγκέντρωση προφορικών μαρτυριών και μνήμης για την περίοδο του 1940 συνεχίζετε..
Β)Τις μαρτυρίες μου για τους δυο άμαχους νεκρούς μποχωρίτες, μου τις είχε αφηγηθεί επίσης και η γιαγιά μου Αγγέλλω, καθώς αναφέρονται και στο βιβλίο «Αγγλικός ιμπεριαλισμός και Εθνική Αντίσταση 1940-45»
Γ) Τα στοιχειά για τους νεκρούς μποχωρίτες στρατιώτες είναι από το βιβλίο «ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΝΕΚΡΟΙ 1940 -1945» της Δ. Ι. Σ.
Δ) Τα στοιχειά για τους δυο νεκρούς αντιστασιακούς μποχωρίτες είναι από μαρτυρίες, υπάρχει το μνημείο για το σαμποτάζ στο Αιτωλικό οπού είναι γραμμένα τα ονόματα τους και από το βιβλίο «Αγγλικός ιμπεριαλισμός και Εθνική Αντίσταση 1940-45»…